play_arrow

keyboard_arrow_right

Listeners:

Top listeners:

skip_previous skip_next
00:00 00:00
chevron_left
volume_up
  • play_arrow

    Sin Radio Listen, don't just hear!

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ

Είδαμε την παράσταση ‘Ορφανά’ στο Μικρό Γκλόρια

today3 Μαΐου, 2023

Φόντο
share close

[από τη Wikipedia] Η οικογένεια είναι μια θεσμοθετημένη βιο-κοινωνική μονάδα που αποτελείται από δύο τουλάχιστον ενήλικα άτομα συνήθως, αλλά όχι αποκλειστικά διαφορετικού φύλου- μη συγγενικά εξ αίματος που έχουν συζευχθεί (αν και αυτό δεν είναι απαραίτητο), καθώς και τέκνα αυτών, η καλούμενη έτσι και “πυρηνική οικογένεια”. Ελάχιστες λειτουργίες αυτών των ομάδων πυρήνων (στην ευρύτερη μορφή τους) είναι η παροχή ικανοποίησης και ελέγχου των αναγκών του θυμικού καθώς και η διατήρηση μιας “κοινωνικο-πολιτιστικής” κατάστασης για την ανατροφή και ομαλή κοινωνικοποίηση των κατιόντων μελών της (τέκνων). Κάθε λοιπόν ομάδα που συγκροτείται με τον παραπάνω τρόπο και ταυτόχρονα επιτελεί τις παραπάνω ελάχιστες λειτουργίες καλείται “οικογένεια”.

Αν δούμε πιο ευρυγώνια την έννοια “οικογένεια”, θα διαπιστώσουμε πως χρησιμοποιείται σε πολλές εκφάνσεις της κοινωνικής μας ζωής. Π.χ. στη δουλειά – “μια οικογένεια είμαστε εδώ στην εταιρεία και οφείλετε όλοι έτσι να την αντιμετωπίζετε” (ναι, αλλά τα κέρδη της “οικογένειας” τα καρπώνεται όλα ο πατερούλης και τα λοιπά μέλη παίρνουν ψίχουλα) ή στις ταινίες με μαφιόζους, πάλι οι οργανώσεις αποκαλούνται ως οικογένεια, με απαράβατο κανόνα την άνευ όρων “αγάπη” και υποταγή στα κελεύσματά της (“τι είσαι ικανος να κάνεις για την οικογένεια;” ακούνε, συχνά, μέλη τέτοιων φατριών, όταν πρόκειται να τους ανατεθεί κάποια βρωμοδουλειά…). Και στη συμβατική οικογένεια, τα μυστικά και τα “αυτά που ξέρει ο νοικοκύρης, δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος” δίνουν και παίρνουν και, όταν στις ειδήσεις αποκαλύπτεται κάποιο έγκλημα, οι οικείοι του δράστη δεν γνωρίζουν ποτέ τίποτα είτε, ως προς το ορθότερο, δεν ήθελαν να δουν και να μάθουν τίποτα απ’ όσα τυχόν μπορεί κάποτε να υποψιάστηκαν. Τα φαινόμενα αυτά γίνονται πολύ πιο έντονα σε περιπτώσεις που η οικογένεια, για κάποιον λόγο, έχει χτυπηθεί από κάποιο κακό, οπότε οι δεσμοί όσων μένουν πίσω, αποκτούν μια πολυπλοκότητα και μια αίσθηση προστατευτικότητας, σε βαθμό που η κρίση θολώνει ή ακόμη και παραμορφώνεται.

Η Έλεν είναι μια γυναίκα που ζει στα προάστια, με τον σύζυγό της Ντάνι και τον μικρό τους γιο. Έχει ετοιμάσει μια μικρή γιορτή, καθώς θέλει να ανακοινώσει τη δεύτερη εγκυμοσύνη στον σύντροφό της, αλλά όλα χαλάνε με την ξαφνική είσοδο του αδερφού της Λίαμ, με μια μπλούζα μες στα αίματα. Το θέαμα τρομάζει το ζευγάρι, που προσπαθεί να μάθει τι συνέβη στον νεαρό άνδρα κι εκείνος τους λέει μια ιστορία για κάποιον που χτύπησαν κάποιοι στον δρόμο και αυτός, αφού τους έδιωξε, έτρεξε να τον βοηθήσει και γι’αυτό λερώθηκε. Όταν μπαίνει στη συζήτηση το ζήτημα της αστυνομίας για να ταυτοποιηθούν οι δράστες, ο Λίαμ αλλάζει την ιστορία και δίνει μια νέα εκδοχη των γεγονότων. Ο Ντάνι, ως φιλήσυχος και νομοταγής πολίτης, δεν αισθάνεται πολύ καλά με όσα ακούει, αλλά η Έλεν εμπιστεύεται απόλυτα τον αδερφό της και του ζητάει να κάνει το ίδιο. Αυτός, για να μη δημιουργηθούν επιπλέον εντάσεις, το δέχεται, αλλά το χτύπημα του τηλεφώνου του Λίαμ (που, σύμφωνα με την ιστορία του, ήταν αποφορτισμένο), ανοίγει έναν νέο κύκλο αμφισβήτησης όσων λέει και μοιραία ο παραβατικός νεαρός τούς ξεφουρνίζει τα πραγματικά γεγονότα (όχι απόλυτως, αλλά αρκετά κοντά στην αλήθεια).

Το ζευγάρι δεν μπορούμε να πούμε ότι δέχεται με την πλέον ευχάριστη διάθεση ό,τι ακούγεται και, σε έκδηλη αμηχανία, προσπαθούν να βρουν τι είναι πρέπον να γίνει. Η Έλεν, για μια ακόμη φορά, προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες και να υποστηρίξει τον αδερφό της και ο Ντάνι συμφωνεί να γίνει συμμέτοχος σε αυτό, για μια τελευταία φορά. Όταν θα αντικρίσει τη φρίκη όσων έχει κάνει ο Λίαμ και θα αντιληφθεί το μερίδιο της ευθύνης που κουβαλάει, με την ανάμειξή του, όλα μέσα του θα σπάσουν και θα έρθει μια δυνατή ρήξη στη σχέση του με την Έλεν, η οποία, με τη σειρά της, όταν πληροφορείται όλα τα στοιχεία που φτιάχνουν τη μεγάλη εικόνα, θα τρομοκρατηθεί, αντιλαμβανόμενη πως, στην προσπάθειά της να “βοηθήσει” τον μικρό της αδερφό, το μόνο που κατόρθωσε ήταν να εκθρέψει ένα μεγαλύτερο “τέρας”. Ο μόνος ατάραχος και στην κοσμάρα του εντελώς, δηλητηριασμένος από κηρύγματα ξενοφοβίας και από το τυφλό του μίσος για όποιον τα καταφέρνει καλύτερα από αυτόν στη ζωή, είναι ο Λίαμ, που, σε ένα παραλήρημα, φανερώνει αλήθειες από το παρελθόν, που αγνοούσε η αδερφή του… Με τη σειρά της, η Έλεν παραδέχεται πως, από τα νεανικά της χρόνια, υποψιαζόταν πως κάτι δεν πάει καλά μαζί του, αλλά ο φόβος να χάσει τη μοναδική οικόγενεια που είχε, της υπαγόρευε συμπεριφορές εθελοτυφλίας. Ο ταλαίπωρος Ντάνι, που είδε τον εαυτό του να σπάει τα όρια και να μεταφορφώνεται σε κάτι απεχθές, για κάτι που δεν άξιζε στο ελάχιστο (όπως αποδείχτηκε), προσπαθεί να καταλάβει γιατί έγιναν όλα αυτά και, επιστρατεύοντας άρνηση, επιχειρεί να χτίσει ένα “ασφαλές” περιβάλλον για να κουρνιάσει. Το μικρό αγόρι, που ακούει φασαρία, ξυπνάει και μπαίνει στο σαλόνι και βλέπει τους “υπό διάλυση” γονείς και θείο του, μεγαλώνει την αντίθεση αθωότητας – ευτελισμού και τους ισοπεδώνει τελειωτικά…

Η μικρή σκηνή στον όροφο του θεάτρου Γκλόρια αποδεικνύεται ιδανική για έργα που φέρουν την ιδιότητα του “ψυχολογικού θρίλερ”. Μετά τον εξαιρετικό “Παιχνιδοποιό”, είδαμε μια ακόμη παράσταση, στημένη σε λίγα τετραγωνικά, με πολύ έντονο το στοιχείο της έκπληξης (αρνητικής, πάντα) και με χαρακτήρες που, πίσω από την όμορφη εικόνα τους, κρύβουν πολλά… Τα “Ορφανά” απέδειξαν πως στην παράσταση αυτή, όσοι δικαιωματικά πρέπει να χαρακτηρίζονται έτσι, δεν είναι τα δύο αδέρφια που μεγάλωσαν στο ίδρυμα, αλλά όλοι οι ήρωες, ακόμη και το μικρό παιδάκι, που οι γονείς του, μέσα απ’ όλη αυτήν τη διαδρομή, αντιλήφθηκαν ότι είναι ορφανοί ηθικής, άρα, κατ’επέκταση, όχι και τόσοι σωστοί γονείς για τα παιδιά τους. Με εξαίρεση τον Λίαμ, που, από την πρώτη σκηνή, έχεις την αίσθηση πως με την ύπαρξή του κάτι πάει πολύ λάθος, αλλά δεν ξέρεις τι είναι αυτό, οι άλλοι ενήλικες δείχνουν κυριλέ και ατσαλάκωτοι, μέσα στο όμορφο σπίτι τους. Αν προσέξεις καλύτερα, όμως, ο “παράδεισος” είναι μαύρος και απρόσωπος και ψυχρός – δεν κάνει και πολύ παραδεισένιο όλο αυτό, ε; Το περιβάλλον τους είναι αποστειρωμένο χωρίς φως ή χρώμα, άρα κάτι συμβολίζει και γι’αυτούς που το διαμόρφωσαν. Οι καθρέπτες του σκηνικού συμβολίζουν την παραμορφωτική αλήθεια που βλέπουν, ο καθένας για τους δικούς του λόγους – η Έλεν μαθαίνουμε γιατί και για τον Ντάνι έχουμε αμφιβολίες για το αν έχει κι αυτός κάποιο σκοτεινό μυστικό ή απλά απορροφήθηκε από τη σύντροφό του και ακολουθεί τις επιθυμίες της.

Ο Κωνσταντίνος Μάρκελλος επιλέγει ένα βρετανικό έργο και διατηρεί όλα τα στοιχεία του και, παρόλο που έχουν περάσει 14 χρόνια από τη συγγραφή του, μοιάζει εφιαλτικά επίκαιρο και για το “νησί” και για ολόκληρη την Ευρώπη. Σκηνοθετικά, δεν ακολουθεί τους κανόνες του “in your face” θεάτρου (που ανήκει το κείμενο), που οι ατάκες και ο ρυθμός είναι καταιγιστικά, αλλά επιβραδύνει και με μισόλογα ή φράσεις που μένουν λειψές, για να συμπληρωθούν από τον λόγο κάποιου άλλου, δημιουργεί μια δυστοπική ατμόσφαιρα, που “μυρίζει” μη κανονικότητα, ενώ οι ήρωες επί σκηνής πιστεύουν το ακριβώς αντίθετο. Ο ίδιος κρατάει και τον ρόλο του Ντάνι, ένος μάλλον καλού ανθρωπάκου, που “πέρναει απέναντι”, χωρίς να το καλοσκεφτεί, αφήνοντας τη λογική και την ψυχραιμία, που συνήθως τον χαρακτηρίζουν, στο τραπέζι της κουζινας… δεν θα ανεβάσει ένταση ποτέ, ακόμη και όταν στο τέλος θα προσπαθήσει να συμβιβάσει μέσα του όσα έκανε· όλα αυτά θα βγουν μέσα από τον λόγο και την κίνησή του αποκλειστικά.

Η Ελένη Στεργίου, ως Έλεν, έχει την αποστολή να ερμηνεύσει μια γυναίκα πολύπλοκη και απολύτως μπερδεμένη, ταυτόχρονα. Είναι ευφυής, γνωρίζει το καλό και το κακό, όμως, όταν συμβεί κάτι που εμπλέκεται ο αδερφός της, όλα τα χαρίσματά της λειτουργούν με σκοπό να διασώσουν τον παραβατικό συγγενή, βρίσκοντας λύσεις που είναι ακραίες, αλλά λογικές για εκείνη, τη δεδομένη στιγμή. Καταφέρνει να γοητεύει και να τρομάζει εξίσου τον θεατή και, τη στιγμή των εξομολογήσεων, που έχει κυριολεκτικά διαλυθεί και ομολογεί τα λάθη της, σου βγάζει ένα συναίσθημα να πας να την πάρεις μια αγκαλιά για παρηγοριά. Ο πιο αβανταδόρικος ρόλος, αυτός του Λίαμ, ερμηνεύεται από τον Χρήστο Παπαδόπουλο, ο οποίος έχει όλο το πακέτο – ερμηνευτικά και εμφανισιακά. Ο ήρωας που δίνει είναι ένας καθαρά διαταραγμένος νεαρός άνδρας, χωρίς καμία ηθική, που εκμεταλλεύεται συναισθηματικά τον περίγυρό του, με σκοπό να του προκαλέσει πόνο, για να αποκτήσει προσωπική ηδονή και ξεσπάει σε όποιον είναι διαφορετικός από αυτόν, για να αποδείξει την “ανωτερότητά” του. Δεν ξεγελάει το κοινό, όπως την επί σκηνής αδερφή του, ως καλό και αδικημένο παιδί, αλλά βλέπει από τις πρώτες σκηνές ότι έχει να κάνει με ένα κοινωνιοπαθή χαρακτηρα και αυτό του το δίνουμε!

Συνολικά, τα “Ορφανά” είναι ένα πολύ δυνατό ψυχολογικό θρίλερ δωματίου, που όλη η φρίκη και η παράνοια δεν οπτικοποιούνται καθόλου, αλλά περνάνε στον θεατή, μέσα από την εκφορά του λόγου των ηρώων. Εμείς περάσαμε πολύ καλά με την παρακολούθησή του και, μη γνωρίζοντας το έργο, αρκετές φορές ανατριαχιάσαμε στη σκέψη αυτού, που πιθανώς θα ερχόταν μετά, και άλλες φορές ξεράθηκε το στόμα μας από τη θηριωδία αυτών που ο Λίαμ – Χρήστος Παπαδόπουλος εκστόμιζε με φυσιολογικό τρόπο και αφορούσαν πράξεις αναίτιας βίας. Προβληματίζει τον σκεπτόμενο θεατή, καθώς όσα πραγματεύεται δεν είναι φανταστικά γεγονότα, αλλά μια πραγματικότητα υπέρμετρης αστικής βίας, που δεν μαθαίνουμε ποτέ από τα μέσα, στις διαστάσεις που συμβαίνει γύρω μας, και για το γεγονός του πόσο εύκολη είναι η μετάβαση από την τάξη στην ανομία, για ανθρώπους που ούτε θα το σκέφτονταν, πριν βρεθούν σε συνθήκες και περιβάλλον που μπορεί να τους επηρεάσει (δεν είναι στην τάξη των “νοικοκυραίων” ο Ντάνι…).

Περισσότερα εδώ.

Θοδωρής Κ., Απρίλιος 2023

Written by: Sin Radio

Σχόλια σε άρθρα (0)

Αφήστε ένα σχόλιο

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Sin Radio
0%